|
το животноводческая, скотоводческая ферма [x:trans]животноводческая ферма, скотоводческая ферма[/x:trans] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово животноводческая ферма? — κτηνοτροφείο как на (ново)греческом будет слово скотоводческая ферма? — κτηνοτροφείο как с (ново)греческого переводится слово κτηνοτροφείο? — животноводческая ферма, скотоводческая ферма — οχύρωμα — γαβάνα — ταυτολογώ — κατσουφιά — σκροφούλα — αντιμεταθετικός — ανανεώνω — ρότορ — ανάσυρτος — τοπικιστικός — εκτιμήτρια — ανεξερνω — αποξεχνιούμαι — εξαερώσιμος — σταυροκοπιούμαι — υπνοθεραπευτικός — όσφρηση — σεισοπυγίς — διακριτικώς — περισταλτικός — νταμαρήσιος |
|||