Новогреческий словарь
γριππώδης
γριππώδης
гриппозный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гриппозный
? —
γριππώδης
как с
(ново)греческого
переводится слово
γριππώδης
? — гриппозный
#
(ново)греческий словарь
—
ακωμωδήτως
—
ενδόκριμα
—
στρογγυλοποίηση
—
πλήθιος
—
μοχαιροπήρουνο
—
ζαχαρόπηκτο
—
οφθαλμαλγία
—
μικροζωάριο
—
αδίπλωτος
—
ατζαμίστικος
—
όρθρος
—
έμπηξη
—
γραμματόσημο
—
ρεπούμπλικα
—
αυγουστιά
—
λαουτιέρης
—
δεκαεπταετής
—
Ιανουάρης
—
μετάνιωμός
—
κλείδωση
—
μηνοειδής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве