Новогреческий словарь
αυτοδηλητηριάζομαι
αυτοδηλητηριάζομαι
отравлять себя
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
отравлять себя
? —
αυτοδηλητηριάζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοδηλητηριάζομαι
? — отравлять себя
#
(ново)греческий словарь
—
υποκάμισο
—
ευχείριστος
—
αμβλύνω
—
κακοποιώ
—
καλογραία
—
καστανόχρωμος
—
αγεννησιά
—
αντέφεση
—
σφυγμομετρώ
—
Σουηδέζα
—
αντραλώνομαι
—
συνεχίστρια
—
ανυφάντης
—
ειδώλιον
—
ρυμουλκό
—
ανδραποδιστικός
—
διάβασμα
—
διδυμοτοκία
—
απληστία
—
αυτανάφλεξη
—
παρεννοώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,