Новогреческий словарь
αναγκαιότητα
αναγκαιότητα
η
необходимость
;
εγνωσμένη ~ — филос. осознанная необходимость
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
необходимость
? —
αναγκαιότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναγκαιότητα
? — необходимость
#
(ново)греческий словарь
—
καμινεύτρια
—
ανάφραντος
—
νοολογία
—
ανδρωνύμιο
—
αντιγραφεύς
—
λοχανόσπορος
—
στένω
—
διασκέλισμός
—
ολιγοκτήμων
—
έμμορφος
—
πνεύμονας
—
γιούσουρι
—
παν-
—
πεντηκοστημόριον
—
φυγοπονία
—
εξελληνίζω
—
ζελέ
—
αδιαπέραστος
—
ραψωδός
—
φαρμακόγλωσσος
—
άκαρδος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве