|
η вышивальщица золотом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вышивальщица золотом? — χρυσοκεντήτρια как с (ново)греческого переводится слово χρυσοκεντήτρια? — вышивальщица золотом — αεροσυμπιεστής — σαραντάρης — σκλαβοπούλα — ήξεις-αφήξεις — επίξεση — χαραμοφάγα — επιπωματίζω — κουράδα — δραστηριότητα — επακολούθηση — κυδώνι — καθαίρω — σόλα — δάκριο — φορείο — φραντζόλα — ζοφερός — ρηματικός — ενδεικτικό — αραιότριχος — λαχανάς |
|||