|
быть охваченным желанием; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быть охваченным желанием? — γαργαλομαι как с (ново)греческого переводится слово γαργαλομαι? — быть охваченным желанием — φιαλοθέτης — ξεροπήγαδο — έδειρα — οψίγονος — γαλάκτωση — αυτόνομα — ρεύση — τρίχινος — διαγράμμισμός — Αμπελόκηποι — διαβατάρισσα — συμβολαιογραφικός — φερετροποιεία — χειραντλία — αδρώς — ιρανικός — εφησυχασμός — θυμώ — μελικουκκιά — κλαδευτήρι — απογειώνω |
|||