|
не вытертый (платком, полотенцем, тряпкой) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не вытертый? — ασφούγγιγος как с (ново)греческого переводится слово ασφούγγιγος? — не вытертый — ξώρραφος — οριζοντιότητα — ορθούμαι — λογοτέχνημα — παράφραγμα — μηδισμός — συνιδιοκτήτρια — απεραντολόγος — βοϊδινός — γκρεμός — φλερτ — προσκύνημα — αλλαντοπωλείο — σημαφόρος — κεντρομόλος — αδιάντροπα — ατμομηχανικός — ανημπόρια — ελατός — αριστερόκοσμος — κουραδάκι |
|||