|
το ничтожество, замухрышка (о мужчине) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ничтожество? — ανδράκιον как на (ново)греческом будет слово замухрышка? — ανδράκιον как с (ново)греческого переводится слово ανδράκιον? — ничтожество, замухрышка — δόλιος — προαπόδειξη — αταλάντευτος — κοιλάδα — ετερότροπος — ζωμοδόχος — δυσεπανόρθωτος — αρσενοκοίτης — εξαμερικανίζω — στάθμευση — αναντίστρεπτος — ατυχώ — αρχετυπία — ορφανικός — χοιραδικός — ημίφως — ουροκυστίτιδα — αραχιδικός — δακτυλογραφικός — λογικά — παραμοιάζω |
|||