|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπονδυλωτά? — — σφαγιάζω — αξίππαστος — στόμιο — διπλασίασμα — καστανόχωμα — άψογα — κουκκίδα — νανοηλεκτρονική — καπνοθήκη — πρωτεξαδέρφισσα — υπολογίσιμος — οκτάεδρος — ασάρωτα — πέπτω — γκώνω — κατάλοιπο — άχορδος — βεντούζα — γροθιάζω — υμνωδώ — γαμψότητα |
|||