τσιπροκατάνυξη

формы словаβ
τσιπροκατάνυξη



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово τσιπροκατάνυξη? —


ποδοσφοιρικόςυποθηκεύσιμοςαπορριπτικόςελεφάντινοςαληγήςδίνομαιμαντόλαβοητόπαλαμάκιαειδοποίησημποτιλιάρισμααχάλαστοςδικράναφαγάδικοδιαγούμισμαακατάρρευστοςορμώβάϊσμακλεφτοκοτάςξεκώλωμααποποίηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit