|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσιπροκατάνυξη? — — ποδοσφοιρικός — υποθηκεύσιμος — απορριπτικός — ελεφάντινος — αληγής — δίνομαι — μαντόλα — βοητό — παλαμάκια — ειδοποίηση — μποτιλιάρισμα — αχάλαστος — δικράνα — φαγάδικο — διαγούμισμα — ακατάρρευστος — ορμώ — βάϊσμα — κλεφτοκοτάς — ξεκώλωμα — αποποίηση |
|||