απομέσα

формы словаβ
απομέσα
1) изнутри;
          ~ από τήν καρδιά μου — из глубины сердца;
2) :
          ~ μου (σου, του и т. д.) — про себя;
          διάβαζε το ~ σου — читай про себя



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово изнутри? — απομέσα
как с (ново)греческого переводится слово απομέσα? — изнутри


κοράσιτρικλόςελεφαντόδουςτρικούβερτοςευθυβολωβερβέλιτρικλοποδιάαστρονομικάεξεζητημέναλαμπικαριστόςφραμένοςξεκουβάριασμαγαμημένοςλιγδιάρικοςεκορέσθηναντισχέδιοευκολοκίνητοςογκόλιθοςμακαρονάςσούβλασυγκέρασμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit