|
1) изнутри; ~ από τήν καρδιά μου — из глубины сердца; 2) : ~ μου (σου, του и т. д.) — про себя; διάβαζε το ~ σου — читай про себя #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово изнутри? — απομέσα как с (ново)греческого переводится слово απομέσα? — изнутри — κοράσι — τρικλός — ελεφαντόδους — τρικούβερτος — ευθυβολω — βερβέλι — τρικλοποδιά — αστρονομικά — εξεζητημένα — λαμπικαριστός — φραμένος — ξεκουβάριασμα — γαμημένος — λιγδιάρικος — εκορέσθην — αντισχέδιο — ευκολοκίνητος — ογκόλιθος — μακαρονάς — σούβλα — συγκέρασμα |
|||