|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ματοτσίνορο? — — λιγνιτωρυχείο — αφήγημα — αναστηματομετρία — σαπωνικός — αρνοκοπή — γαστροτομία — σκάρφί — σφυροδρέπανο — επισκίασις — παραπείθω — κερματισμός — αντάξια — βρογχίδιο — αλλότροπο — συνεσταλμένος — στιβάλι — αποκριανός — τρεμοφέγγω — λιβελλογραφικός — σωρηδόν — ευγνώριστος |
|||