|
η биол. автогамия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово автогамия? — αυτογαμία как с (ново)греческого переводится слово αυτογαμία? — автогамия — υπαπαντή — ρυμουλκός — λάλημα — μεταξοκλωστικός — στραπατσάρω — γόγγυλο — ταλανίζω — εκθλνπτικός — αποξενώνομαι — Βλάχα — ακαλωσύνευτος — καταή — κόμης — σέλα — ανάμελκτος — φοιτήτρια — ζέρδελο — απραγματοποίητον — γκρεμά — συνεφέρνω — χοντρόμολλος |
|||