|
избалованный, изнеженный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово избалованный? — καλοσυνηθισμένος как на (ново)греческом будет слово изнеженный? — καλοσυνηθισμένος как с (ново)греческого переводится слово καλοσυνηθισμένος? — избалованный, изнеженный — βροντοβόλημα — προσηκόντως — μοναχός — δαιμονόπαιδο — πιά — καταναλώτρια — γροθοκόπημα — ατυχής — περιζώνω — θερμοκαυτήρας — διαμονή — βρογχεκτασία — εμπλαστρον — κερασιά — κνημιαίος — ανωφερειακός — αισθητός — εφίστιος — χολοειδής — αδιαμφισβήτητος — απλοποιώ |
|||