|
η перхоть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перхоть? — πιτερίδα как с (ново)греческого переводится слово πιτερίδα? — перхоть — μουχλιασμένος — ροπαλοφόρος — μετανάστις — τυφλοσύρτης — πεντάωρος — κερά — βοτυλίασις — σελώνω — όφκαιρος — χρωματοποιία — επίβουλος — τσίρλα — υφαντουργείο — συμπίπτω — χαρτοπαικτώ — δυσλεκτικός — ζαρζαβατσής — ύποπτος — απαράβλητος — εξαφριστής — ψιλογνέθω |
|||