|
το свиной жир, сало #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свиной жир? — λαρδί как на (ново)греческом будет слово сало? — λαρδί как с (ново)греческого переводится слово λαρδί? — свиной жир, сало — κοιμούμαι — γραφειοκρατικός — χειραγώγηση — τετράκλινος — βροντω — συγκρότημα — χαίνω — ολάρφανος — τριανταένα — λαγκάδα — πολτοποίηση — ανακάτωση — γλωσσιά — μπατίκια — πολυκομματισμός — ρητινίτης — γλυκοτραγουδιέμαι — λιγνιτωρυχείο — αινιγματικότητα — αντληση — βουλευτικός |
|||