|
η индейка, индюшка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово индейка? — διάνα как на (ново)греческом будет слово индюшка? — διάνα как с (ново)греческого переводится слово διάνα? — индейка, индюшка — σύγγραμμα — χράμι — κεραμιδάδικο — μπαρουτόσκαγα — μενδιώ — ενετήρ — ελεεινός — καταπραϋντικός — φωτόμετρο — στέργω — μικροφιλόδοξος — αρχιναύκληρος — βαρβαρικός — λίμα — αποκάμνω — στραβοκομμένος — αναγνώσιμος — απογώνι — ακριβά — σιγανοπαπαδιά — πλαστιλίνη |
|||