|
η сыроварение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сыроварение? — τυροποιία как с (ново)греческого переводится слово τυροποιία? — сыроварение — υαλοτεχνία — οροθετικός — ορμητικότητα — τσεκούρας — ποντικός — φάντης — ροδιά — κοινωνικοποίηση — εκθετήριο — πιτσιλίζω — εκφύλιση — βασιλοκόλαξ — δεκεμβριάτικος — συμμορίτης — λογαριθμος — ώμιο — αμυγδαλομάτα — κακομοιρούλης — τρύπηση — βιβάρι — δασοπονία |
|||