|
1) расходиться (во мнениях); 2) интересоваться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово расходиться? — διαφέρομαι как на (ново)греческом будет слово интересоваться? — διαφέρομαι как с (ново)греческого переводится слово διαφέρομαι? — расходиться, интересоваться — καραβόσχοινο — κρυσταλλοφόρος — επανασύνδεση — γλυκοκοίταμα — μανόλια — έντονα — ωκεανογραφικός — κατρακυλώ — πανάγαθος — ανοσία — απίστωτος — αχανές — εγγλεζομαθημένος — κυριακάτικα — προκοίλι — πέπλο — λεπτόρρευστος — τραπεζομάνδηλον — νομαδισμός — υστερόβουλος — καρπισμένος |
|||