|
удобный, уютный (о мебели) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удобный? — αναπαυτικός как на (ново)греческом будет слово уютный? — αναπαυτικός как с (ново)греческого переводится слово αναπαυτικός? — удобный, уютный — εξηνταβελόνα — μπορντελλόβιος — ξύριχθυς — υφαντουργία — ξεχορταριαστής — ενυπογράφω — αγκαίνιαστος — αμιλλώμαι — μικρουλάκι — χανούμισσα — βδομαδιάτικος — μινόρε — δίτροχος — αεροηλιόλουτρο — απολογιστικός — γυαλάδικο — κοκκινωπός — ανευφήμία — χιονάτος — βολτετζάρω — γωνιόλιθος |
|||