Новогреческий словарь
γρατσουνιέμαι
γρατσουνιέμαι
царапаться
;
~στηκα στην τριανταφυλλιά — [phrase]я поцарапался об розы[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
царапаться
? —
γρατσουνιέμαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
γρατσουνιέμαι
? — царапаться
#
(ново)греческий словарь
—
αναθεματισμός
—
αναρχίνιστος
—
ολμοστάσιο
—
ωτακουστώ
—
χαραμοφάγα
—
αμιλησιά
—
μαμμόθρεφτος
—
αφροντιστώ
—
διευθυντήρια γραμμή
—
ρυζόχαρτο
—
υπερεκχειλίζω
—
πατίνι
—
ακινητώ
—
ερωτιάρης
—
ξυλόμετρο
—
αντισπαθισμός
—
μωρουδίσματα
—
αναφλέγομαι
—
νοτιάς
—
επιρρέπω
—
έγχυση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,