|
η тёлка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тёлка? — δαμαλίδα как с (ново)греческого переводится слово δαμαλίδα? — тёлка — ξελογιαστής — απόγραφο — σκήπτρο — κρασπέδωση — χελωνοβότανο — εύληπτος — αφρόψαρο — ελάφειος — σοβατζής — στάσιμο — τούβλο — ξαναρράβω — τύλωμα — κρεούργησις — καταλληλότητα — υφαρπαγή — μηλοβολάω — συνορισιά — καταρρέω — πόκος — γαϊδουριάρισσα |
|||