|
η погон; эполет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово погон? — σπαλέττα как на (ново)греческом будет слово эполет? — σπαλέττα как с (ново)греческого переводится слово σπαλέττα? — погон, эполет — κεδρών — αμετάστροφος — εκφυλλίζω — βραχυκύκλωσις — ατμολουτήρ — γραφειοκράτισσα — συνεχόμενος — εντάφιος — θεολογικός — κράνειον — κλωστοϋφαντουργίνα — αβοσκος — πρέφα — εκατοστός — αρατός — αρραβωνιάρης — αποδειλιάζω — οπλοπολυβόλο — γρύφος — καραντίνα — βλασφημώ |
|||