|
η изготовительница лент #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово изготовительница лент? — κορδελλού как с (ново)греческого переводится слово κορδελλού? — изготовительница лент — διαδίδομαι — ναυπηγός — μέτρος — βενζινάκατος — ψυχοπλάκωμα — ξενέρισμα — λατρεύω — άσπλαχνος — σπιτικό — εικονόδουλος — ξεγύρισμα — ειδησεογραφικός — ξέστρα — σκοτούρα — κρουσταλλόπαγος — υποκινήτρια — μπαφιασμένος — θημωνιά — ασπροσίταρο — περιπατητής — θεοτούμπης |
|||