εξήνεγκον

формы словаβ
εξήνεγκον
αόρ. от εκφέρω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξήνεγκον? —


ιουδαϊσμόςαμαρτύρητοςχουχουλιέμαιμαστοειδεκτομήπαιχνίδιουρητήριοπύθωναποδιωγμόςαντράλαπάντρεμαξεσέρνωλιπαντήςφίλυπνοςφλεβίτιδακαθαίρεσηλιμέναςτσυρίζωμονογονίανταμλάςμουαρέδισεγγόνα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit