|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αεροπλάνο? — — προβόδισμα — χτίζω — σκευή — ενθάπτω — γιορντανάτος — πολύβουος — αυτοδύναμο — μαστοράκι — τρυγόνι — λευκοϊκτίδα — ξιφούλκηση — διακριτικώς — ανακόλληση — λαοσύναξη — τρεχάμενος — εξαρθρωτικός — τσικνίδα — ξομολογώ — διάσειστος — κορύφωμα — καταλαλώ |
|||