Новогреческий словарь
μηδίζω
μηδίζω
подражать персам; быть другом персов
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
подражать персам
? —
μηδίζω
как на
(ново)греческом
будет слово
быть другом персов
? —
μηδίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηδίζω
? — подражать персам, быть другом персов
#
(ново)греческий словарь
—
πλειοδοσία
—
τιμωρώ
—
συζητητής
—
μπλού
—
ελκυστίνδα
—
ποιμαντικός
—
καρπικά
—
αξετίμητος
—
αλληλοσπαράζομαι
—
μασσάζ
—
αποδίδω
—
χρονοφωτογραφία
—
ματσουκιά
—
διασκεδαστικά
—
ξομπλιαστός
—
ραψωδία
—
διαπαρθενεύω
—
ξύγκι
—
νεραϊδογεννημένος
—
μυκτηρισμός
—
ψάθωμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω