|
мед. содержащий белладонну (о лекарстве) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово содержащий белладонну? — ευθαλειούχος как с (ново)греческого переводится слово ευθαλειούχος? — содержащий белладонну — ανεμοστάτης — ζεστούτσικος — σουρεαλισμός — έγκριτος — κλάσμα — μιλιούνια — παραγοντισμός — απαρχαιώνομαι — μελισσόκηπος — γλυκοτηράζω — λεπτολόγία — αποσχίζω — γουβός — βλεπές — αρραβωνίζω — βάθαιμα — νεφρεκτομία — κυβισμός — αναρχίνιστος — κερκόπορτα — τακτικότητα |
|||