Новогреческий словарь
ευθαλειούχος
ευθαλειούχ|ος
мед.
содержащий белладонну
(о лекарстве)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
содержащий белладонну
? —
ευθαλειούχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευθαλειούχος
? — содержащий белладонну
#
(ново)греческий словарь
—
πενταμελής
—
επισκέπτρια
—
πετροκάρβουνο
—
καπρί
—
αυτοδιορίζομαι
—
ομάδι
—
αμπάλωτος
—
αντικαθρεφτισμός
—
άγημα
—
δουλικός
—
θεοδύναμος
—
ενδόζωα
—
ανεμολογώ
—
ξανακεντώ
—
πονημάτιον
—
βαγαπόντικος
—
ριζοφυία
—
χολοκυστογραφία
—
πολυτοκία
—
καϊξής
—
πότημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве