Новогреческий словарь
συμπαραστάτρια
συμπαραστάτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συμπαραστάτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πέρπερος
—
φαρμακοθεραπεία
—
τριαντάφυλλο
—
μύταρος
—
γατίλα
—
αιγυπτιώτικος
—
διαθερμαίνω
—
πεσέτα
—
φούρκα
—
ολέθριος
—
μακρυμάνικος
—
ξεβαμμένος
—
διαπάλη
—
καρυδόφυλλο
—
γραμματικά
—
μάλη
—
ευανάγνωστο
—
τρισάξιος
—
πτωχαλαζών
—
γκρινιάζομαι
—
μακροθυμία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве