|
η анакару (сорт чёрного винограда) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анакару? — ανακαρού как с (ново)греческого переводится слово ανακαρού? — анакару — κοινωνιστικός — σιγοσβήνω — εξειλιγμένος — αυτοβδελυγμία — εξέμπλιον — καθολικισμός — αποστειρώνω — αφορμή — αντισυνταγματαρχης — βαβυλώνια — φλαμανδικός — εκκωφαντικός — χρυσικός — γαλακτοδοχείο — μεταλλοποίηση — δεύτερα — κωλάντερο — εποικοδομητικά — αεροσίφων — πουλαδίτσα — ερυθρόδερμος |
|||