Новогреческий словарь
γαλβανισμένος
γαλβανισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
γαλβανισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
επιστημολογία
—
μιασματικός
—
συνωμότης
—
αναδιάρθρωση
—
πλαγιάδα
—
χαρτοσήμανση
—
σπαθοφόρος
—
εκρηκτικά
—
σκηνογραφώ
—
λησταρχείο
—
αθυρματάκι
—
ράμφος
—
κοθορισμένος
—
φοβιτσιάρης
—
μπαρμπεριάτικα
—
επίκαυμα
—
ευθυδικία
—
ταξιδιωτικός
—
νοτερός
—
αποθέτω
—
αστοχάω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,