|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διαγωνίως? — — αλδεΰδες — σπληνογραφία — ημιάνεργος — υαλωτός — χειριδωτός — αεραγωγός — ξώστεγο — υπεραφθονία — αλούφαχτος — στεφανώνομαι — αλωνισμός — κιονόκρανο — αεροβάμων — επιγλωττίδα — ζιρκόνιο — ιατρόσημον — παρανομώ — τροχήλατος — αντίδοξος — φιλότεχνος — Γλυφάδα |
|||