|
η мед. ларингит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ларингит? — λαρυγγίτιδα как с (ново)греческого переводится слово λαρυγγίτιδα? — ларингит — υπερούσιος — αποξυλιάζω — ξεστρώνω — στεναχωρώ — μητροφονία — ακριβοθρέφω — κουρελιάρισσα — ανθός — ξεφτίλας — μπετονόκαρφο — ανθήρας — νομιναλιστής — αντιζυγίά — κουστωδία — ευδαιμονιστής — παλιατζίδικο — φρενιτικός — επιπλουργία — πεντηκονταπλασιάζω — πιάτσα — μεγαλοπιάνομαι |
|||