|
(-ίδος) η шпатель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шпатель? — σπαθίς как с (ново)греческого переводится слово σπαθίς? — шпатель — γαλάντης — ακαταμάχητο — προπαραλήγουσα — διαμορφώτρια — δρίματα — πρωτογένεια — δεκαπεντασύλλαβος — δύνουμαι — επαύριον — παρηγόρια — γάστρα — κοπιάρισμα — ευπροσηγορία — τελείωση — σπερβέρι — οβιδοφόρος — χειμωνικός — ζωγράφισμα — μερικεύω — συντόμως — βυσσινιά |
|||