Новогреческий словарь
απομαγνητίζω
απομαγνητίζω
размагничивать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
размагничивать
? —
απομαγνητίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απομαγνητίζω
? — размагничивать
#
(ново)греческий словарь
—
γυναικοσύνη
—
πολιορκώ
—
αντιστάτης
—
αθρήνητος
—
δανικά
—
εργολήπτης
—
κρίμα
—
εδαφολογικός
—
καταχαλάω
—
ομπροστά
—
οδοντοϊατρείο
—
διχογνωμώ
—
πινακογλείφτης
—
χαρτοπαίζω
—
ανατατικός
—
γομάρα
—
αναμόχλευμα
—
αποθετικός
—
υποκλέπτω
—
περιπαίζω
—
γλαυκότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве