|
полушерстяной, из бумаги с шерстью #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полушерстяной? — βαμβακομάλλινος как на (ново)греческом будет слово из бумаги с шерстью? — βαμβακομάλλινος как с (ново)греческого переводится слово βαμβακομάλλινος? — полушерстяной, из бумаги с шерстью — χασομέρης — πολύπαθος — άπετρος — ύαινα — χυμευτός — προβολή — αναρχία — απομαγνήτιση — εφτάδιπλος — αεριοωθούμενος — αχόρταστος — γυαλοκόπημα — ευρετίκια — κρεμάω — μυροφόρος — ανεμόσκαλα — γιαουρτάδικο — γαλόχορτο — κατσικοπόδαρη — σιρόπιασμα — ζερβοχέρης |
|||