Новогреческий словарь
διεισδυτικότης
διεισδυτικότης
η
проникающая способность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
проникающая способность
? —
διεισδυτικότης
как с
(ново)греческого
переводится слово
διεισδυτικότης
? — проникающая способность
#
(ново)греческий словарь
—
επιδέχομαι
—
παλαίμαχος
—
βερμπαλιστικά
—
ποτοποιός
—
ερεβινθώδης
—
αισθητικά
—
αγαπητός
—
ημιεπίσημος
—
οργανοπλαστία
—
μεσαύλιο
—
καταχθονιότης
—
δυσχερής
—
φτεροπηδάω
—
κατρακύλισμα
—
άστικτος
—
βραχιόνιος
—
εξάφρισμα
—
ιοντικός
—
μισαλλοδοξία
—
αφανέρωτος
—
σημαδευτής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве