|
το эритроцит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эритроцит? — ερυθρόκυτον как с (ново)греческого переводится слово ερυθρόκυτον? — эритроцит — χειροτερεύω — σταμνάς — στοιχειοχύτης — τυχερά — πυροηλεκτρισμός — ασυμβασία — εκατοστάρι — απροσδιοριστία — εκλειαίνω — υγιεινά — περιφλέγω — καρβουνιασμένος — αρραβωνιαστικός — παλαιά — υαλοποιώ — εκατομμυριούχος — ισούψής — θεριακλίκι — εργοστάσιο — αστρίτης — χηλόποδα |
|||