Новогреческий словарь
σκωληκοειδίτης
σκωληκοειδίτης
ο мед.
аппендицит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аппендицит
? —
σκωληκοειδίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκωληκοειδίτης
? — аппендицит
#
(ново)греческий словарь
—
συμπώ
—
κυτταρογενετική
—
σκώψ
—
θέση
—
κιβωτός
—
άπας
—
τουμπακοτσάμπουνα
—
ενθομητικός
—
δεμένος
—
τρέφομαι
—
αμείωτος
—
βαριοφαίνεται
—
ανόδιον
—
ευμετάπειστος
—
ησυχαστήριον
—
ιεροτελεστικός
—
σκευασία
—
χαρτογραφία
—
αυτοβιογραικός
—
επταγωνικός
—
αλογοουρά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве