|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λιθοκοπία? — — μπαμπακιάζω — ψιλώ — φασαρία — ανακοπή — επιμαρτυρώ — κουρνιαχτός — ψυχιατρική — υποτυπωδώς — χρυσώνω — σουρούπωμα — περίγραμμα — γλώσσημα — μπόλικα — τσουλί — εκλαμπτήρ — αιμοπλαστικός — ιστοθετώ — μουζικάντης — τυμπανοκρούστης — ακάθαρτος — βροντοβόλημα |
|||