Новогреческий словарь
πετρελαιόπισσα
πετρελαιόπισσα
η
природный асфальт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
природный асфальт
? —
πετρελαιόπισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετρελαιόπισσα
? — природный асфальт
#
(ново)греческий словарь
—
διέκπριση
—
στάγδην
—
διευθύνω
—
μάνιασμα
—
εγκαλλώπισμα
—
ακροδένω
—
καψούλι
—
διάχυτος
—
δραπετεύω
—
οδυνηρά
—
ακυνήγητος
—
λογοπάθεια
—
φούστα
—
δεκατιανό
—
ξεβιδώνομαι
—
ενοχλητικά
—
περασμένος
—
βουτήχτρα
—
παραστέκομαι
—
καμακιστής
—
ψυχοπαραδίνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω