|
η природный асфальт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово природный асфальт? — πετρελαιόπισσα как с (ново)греческого переводится слово πετρελαιόπισσα? — природный асфальт — κίναιδος — θύμωμα — ντερμπεντέρης — ηθητήρ — αμανές — κατσάδιασμα — μαντρώνω — ναυτολόγιο — αδίδακτος — διπλάνο — νοίκι — αλουστράριστος — πωγωνάτος — ξεπέρασμα — συνειδητοποιούμαι — στερημένος — ανεπανάληπτος — ασαφής — ημίπληκτος — μυταράς — δημοσυντήρητος |
|||