|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγώι? — — οκτακισχιλιοστός — επικαλύπτω — αρμόνιο — ησυχαστικός — εύλογος — καταβρεκτήρας — μήνη — συκόφυλλο — δεντροφύτευση — ακερος — μονοθεϊστής — αγκύλωση — χαντάκωμα — παννάδα — γλοιός — πηγαινοέλα — ελμινθώδης — μετατόπισμα — διβάνιο — άϊντε — διαπραγματεύομαι |
|||