|
не распространившийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не распространившийся? — αξάπλωτος как с (ново)греческого переводится слово αξάπλωτος? — не распространившийся — μονοχρώματος — σκαλμός — Ουκρανή — λακκίσκος — τύμβος — δυσδιάβατος — αψαλιδιστός — αεροθλίπτης — αριστερίστρια — φασόμετρο — εκστρατεύω — αλλόκοτος — αποκαίγω — ασκητής — συμφέρων — ξεσαβούρωτος — μεσάτος — μισοανοιχτός — αποχαλινώνω — τρίχορδος — φράσσω |
|||