|
η подмышка, подмышечная впадина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подмышка? — μασχάλη как на (ново)греческом будет слово подмышечная впадина? — μασχάλη как с (ново)греческого переводится слово μασχάλη? — подмышка, подмышечная впадина — καλολογία — σακχαρώδης — ξερόχορτο — τεμπελόσκυλο — σκύλαρος — σταφίδα — περιπαιχτικά — αυτοκινητέλαιο — συμπανηγυρίζω — μελάμπυρο — λαχανοφαγία — εχθρικά — θαλπωρή — εξέγερση — επισημειώνω — κανονάρχισμα — κρεβατωμένος — αμμοχάλικο — σταυρικός — διακεκριμένος — στιφρός |
|||