|
(-ήγος) ο свая #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свая? — καταπήξ как с (ново)греческого переводится слово καταπήξ? — свая — μεροδέντρι — αρράγιστος — κανονικός — κονιακάκι — άρμη — σώρευση — βραχνάς — βωλοειδής — παραστάτις — λυγινος — καμμιά — ξεφλουδίζομαι — σάρκωμα — λαχανιαστός — παρακολούθημα — πιθανόν — οχυρός — εξωνητικός — κρασοπότι — στυλοπάτι — ψηλοκρεμαστά |
|||