Новогреческий словарь
μουράγιο
μουράγιο
το
набережная
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
набережная
? —
μουράγιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μουράγιο
? — набережная
#
(ново)греческий словарь
—
πτηνό
—
χολερόβλητος
—
εθνικός
—
χέστης
—
σπορευτός
—
ανάχυση
—
καβούρδισμα
—
ντάλια
—
ελικοδρόμιο
—
μαντατεύω
—
μαγνητόφωνο
—
νεομπαρόκ
—
επικαλύπτω
—
λεβέντικος
—
γυαλοκοπάω
—
καφετής
—
πολεμική
—
φτωχογειτονιά
—
άκεφος
—
σβήνω
—
δακτυλογράφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,