|
το сапожный клей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сапожный клей? — τσιρίσι как с (ново)греческого переводится слово τσιρίσι? — сапожный клей — φακωτός — Μακαριώτατος — ζαρτινιερα — ρεφούζιο — ευκολόπορτος — παραποιούμαι — βουητός — φωνομετρικός — ελληνορρωμαϊκός — εκβιαστικός — ανηρέθην — εκατοστάρι — τιμόνι — μαλακούτσικος — χειρομαλάζω — απιστία — ευκταίος — ψιμυθιώνομαι — οδοιπορία — βεζικατόριο — εμβολίζω |
|||