Новогреческий словарь
ευκολο-
ευκολο-
первая часть сложных слов, означ.
легко
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
легко
? —
ευκολο-
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευκολο-
? — легко
#
(ново)греческий словарь
—
επτάμηνος
—
αξιομνημόνευτος
—
εκτίω
—
κρυφοτρώγω
—
δάγκαναρι
—
αριστεριστής
—
στροβιλιά
—
προδρομικά
—
κρότωνας
—
ταπετσαρία
—
ελμινθοβότανον
—
αυτόμολος
—
αιτίασις
—
στροβιλοαντιδραστήρας
—
αχόρταγος
—
εγχειρισμός
—
προεξοφλητός
—
στραβομουτσουνιάζω
—
ξένια
—
επιρροή
—
γρατσούνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве