Новогреческий словарь
αρτεσιανός
αρτεσιανός
артезианский
;
~όν φρέαρ — артезианский колодец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
артезианский
? —
αρτεσιανός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρτεσιανός
? — артезианский
#
(ново)греческий словарь
—
καλτσούλα
—
εκκηρύττω
—
θρύψαλο
—
γνώση
—
μεφίτις
—
ελαιοπυρήνας
—
διπλοεγγεγραμμένος
—
φοινικέλαιο
—
επανέλεγχος
—
συνοριοφύλακας
—
συλλαβόγραμμα
—
διεπιστημονικός
—
νεοκαντιανισμός
—
ελαφρυντικό
—
ακόντισμα
—
ταίρι
—
κροκάρι
—
γκαντέμα
—
φίλτρο
—
προαίσθηση
—
ξηροψήνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве