τρισέγγον|ος

формы словаβ
τρισέγγον|ος
ο праправнук



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово праправнук? — τρισέγγονος
как с (ново)греческого переводится слово τρισέγγονος? — праправнук


μούτσουνοδιαιτήσιμοςσφένδαμνοςενδοκρινολογικόςοπισθογράφησηαναχασκίζωτηλεομοιότυποχολκουργείοελλογιμότηςχρυσοφόροςαπειλήπροπονητικόςαντεποινώφευκτέοςμυριστικάπιεστόςδιψασμένοςαυλόσκαλασκληρόμετροξαμώνωπανικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit